Αφορμή για το σημερινό κείμενο μια συζήτηση, με ένα φίλο. Ή μάλλον πολλές συζητήσεις με πολλούς φίλους γενικά. Η γνωστή αιώνια συζήτηση που επικρατεί σε μικρές κοινωνίες. Αλλά μην γελιέσαι και στις μεγάλες τα ίδια συναντάς. Απλά εκεί χάνεσαι στο αχανές σύμπαν των γνωριμιών και των συναντήσεων. Φυσικά μιλάω για τη φράση που όλοι έχουμε ακούσει μια φορά στη ζωή μας. Πολλοί την έχουμε πει κιόλας. Χωρίς ντροπή, χωρίς κανένα ενδοιασμό προς τον εαυτό μας. Την αξιοπρέπεια μας.
Είναι η φράση "τι θα πει ο κόσμος". Αν υπάρχει κάτι που με ενοχλεί, δεν είναι οι άνθρωποι που λένε, αλλά εσύ. Ναι, εσύ. Αυτός που σε νοιάζει. Γιατί υπήρξα και εγώ σαν εσένα. Υπήρξα και εγώ μέρος αυτού του καρκίνου των κοινωνιών. Της μεγαλύτερης ψευδαίσθησης που έχει επινοήσει ανθρώπινος νους. Μετά τις θρησκείες· μια ψευδαίσθηση που αιώνες τώρα είναι υπεύθυνη για πολλές αυτοκτονίες, πολλές καταθλιπτικές μανίες. Για όλα τα κακά της μοίρας μας γενικά.
Αλλά στη τελική ποιός ορίζει τη μοίρα σου; Ποιός ορίζει τι πρέπει να ακούς και τι όχι; Αν όχι εσύ ο ίδιος; Μήπως τελικά έχεις εσύ τη μεγαλύτερη ευθύνη, μια ακόμα ευθύνη που προσπαθείς να αποποιηθείς, όπως όλες τις ευθύνες στη ζωή σου. Που προτιμάς, αντί να πάρεις μια ευθύνη, να πάρεις μια ζωή. Τη δική σου.
Ποιός είναι ο κόσμος άραγε; Μήπως αυτό που φοβάσαι, ζει μέσα σου; Μήπως φοβάσαι τι θα σου κάνει κάποιος αν είχε τη δική σου συμπεριφορά; Μήπως τρέμεις στην ιδέα πως μια μέρα, θα βρεθεί κάποιος τόσο ρηχός, τόσο ανόητος όσο εσύ; Πολλά τα ερωτήματα και πρέπει να δώσω απαντήσεις. Να μην φύγεις από εδώ με την απορία.
Ο κόσμος είναι οι φίλοι σου, οι γνωστοί σου, οι συγγενείς και οι γείτονες. Γιατί δεν νομίζω σε κάποιο σου ταξίδι κάπου να σε ένοιαξε ποτέ τι θα πει ο κόσμος της Νέας Υόρκης. Εκεί ακριβώς είναι και το πρόβλημα. Έχεις μάθει να κρύβεσαι. Ενώ ξέρεις πως δεν κάνεις τίποτα λάθος. Ενώ όλοι ξέρουμε πως το να φέρεσαι με πάθος και με αυθορμητισμό δεν είναι λάθος. Αρνούμαστε να αντιδράσουμε. Όχι στους άλλους, στον ίδιο μας τον εαυτό.
Φοβόμαστε τι θα πει ο κόσμος, γιατί τα ίδια λέμε και εμείς για τον κόσμο. Αντί να σταματήσουμε αυτή τη συμπεριφορά, αντί ο καθένας να σέβεται τις επιλογές του διπλανού του, έχουμε μάθει να κρίνουμε, ότι μας έμαθαν ότι πρέπει να κριθεί. Ακόμα και αν συμφωνούμε με τη "διαφορετική" συμπεριφορά.
Φοβόμαστε να ξεχωρίσουμε. Να μιλήσουμε, να αντιδράσουμε. Φοβόμαστε τη μοναξιά και στο τέλος, από φόβο μένουμε μόνοι. Μόνοι εμείς με τον εαυτό μας, με έναν εαυτό ανυπόφορο, έναν εαυτό που εμείς οι ίδιοι επιλέξαμε να κουβαλάμε. Έναν εαυτό που στην καλύτερη κατηγορεί τους άλλους για την κατάντια του, μα στη χειρότερη ξεφορτωνόμαστε με τον χειρότερο τρόπο. Δίνοντας ένα οριστικό τέλος, στην ανούσια έτσι και αλλιώς, ύπαρξη του.
Απλά γιατί δεν θέλουμε να παραδεχτούμε το αυτονόητο. Ότι ο κόσμος που πρέπει να αλλάξει, επιβάλλεται να αλλάξει, δεν είναι ο άγνωστος που σε κοιτάει στραβά και σε κρίνει για τις επιλογές σου. Ο κόσμος είσαι εσύ.